Είναι απόλυτα βέβαιο ότι οι άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στην ανάκαμψη της οικονομίας μετά την ύφεση που προκάλεσε ο COVID-19. Συγχρόνως, η πανδημία και οι νέες τάσεις που έθεσε σε κίνηση – ή επιτάχυνε – φαίνεται να επιδρούν καταλυτικά στις επενδυτικές αποφάσεις, σε παγκόσμιο και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η φετινή, τρίτη έκδοση της έρευνας, EY Attractiveness Survey Ελλάδα 2021, καταγράφει τις τάσεις αυτές, εστιάζοντας στο πώς επηρεάζουν την ελκυστικότητα της Ελλάδας ως επενδυτικού προορισμού, αλλά και τη μελλοντική πορεία των ΑΞΕ στη χώρα μας.
Το 2020, η Ελλάδα κατέγραψε ένα σημαντικό άλμα ως προς την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων. Με βάση τα στοιχεία του EY European Investment Monitor (EIM), μίας εκτεταμένης βάσης δεδομένων που επεξεργάζεται η ΕΥ και παρακολουθεί τις επενδύσεις σε έργα που δημιουργούν νέες εγκαταστάσεις και νέες θέσεις εργασίας, η Ελλάδα προσέλκυσε 39 ΑΞΕ, έναντι 22 το 2019 (διαβάστε την περσινή έρευνα, EY Attractiveness Survey Ελλάδα 2020) και κατά μέσο όρο 11 ανά έτος την προηγούμενη εικοσαετία (2000-2019). Η φετινή επίδοση αντιπροσωπεύει το 0,70% του συνόλου των ΑΞΕ στην Ευρώπη, έναντι του μέσου όρου 0,28% της προηγούμενης εικοσαετίας, και την κατατάσσει, για πρώτη φορά, στην 23η θέση μεταξύ των 51 χωρών που περιλαμβάνονται στη βάση δεδομένων του ΕΙΜ.
Ενθαρρυντική είναι, επίσης, η ποιοτική σύνθεση των επενδύσεων, καθώς μειώνεται η συμμετοχή των δραστηριοτήτων χαμηλότερης προστιθέμενης αξίας, όπως πωλήσεις και μάρκετινγκ, ενώ αυξάνονται οι επενδύσεις σε κέντρα έρευνας και ανάπτυξης και παραμένει υψηλό το ποσοστό των επενδύσεων στη βιομηχανία. Επιπλέον, η εκτόξευση του δυναμικού κλάδου υπηρεσιών λογισμικού και πληροφορικής στη δεύτερη θέση αποτελεί εξαιρετικά θετική εξέλιξη.
Η Ελλάδα ανάμεσα στους πιο ελκυστικούς προορισμούς επενδύσεων στην Ευρώπη
Αισιοδοξία για το μέλλον και αυξημένες προοπτικές βελτίωσης
Η έρευνα της ΕΥ για την Ελλάδα, σε ένα δείγμα 253 επιχειρήσεων, επιβεβαιώνει τη βελτίωση της εικόνας της χώρας. Είναι, δε, σημαντικό ότι η βελτίωση προέρχεται, για πρώτη φορά, κυρίως από τις επιχειρήσεις που δεν έχουν μέχρι σήμερα επενδυτική παρουσία στη χώρα και, σε μικρότερο βαθμό, από τις ήδη εγκατεστημένες στην Ελλάδα.
62% των επιχειρήσεων του δείγματος, έναντι 38% πέρσι, ανέφεραν ότι η άποψή τους για την Ελλάδα ως ένα μέρος που η επιχείρησή τους θα μπορούσε να αναπτύξει ή να επεκτείνει τις δραστηριότητές της, έχει βελτιωθεί κατά τον τελευταίο χρόνο, ενώ ούτε μία επιχείρηση του δείγματος δε θεωρεί ότι η εικόνα επιδεινώθηκε σημαντικά. Παράλληλα, εντείνεται και η αισιοδοξία για τα επόμενα χρόνια, με τρεις στους τέσσερις ερωτώμενους (75%), έναντι 69% πέρσι, να εκτιμούν ότι η ελκυστικότητα της χώρας θα βελτιωθεί περαιτέρω την επόμενη τριετία.
Οι επενδυτές εκτιμούν ότι η εικόνα της χώρας θα βελτιωθεί κατά την επόμενη τριετία
Αυξημένο για δεύτερη συνεχή χρονιά (71% από 62% το 2020 και 50% το 2019) είναι και το ποσοστό όσων εκτιμούν ότι η Ελλάδα, αυτή τη στιγμή, εφαρμόζει μια πολιτική ελκυστικότητας που προσελκύει παγκόσμιους επενδυτές, γεγονός που φανερώνει ότι η βελτίωση της ελκυστικότητας της χώρας αποδίδεται από τους επενδυτές στην άσκηση συγκεκριμένων πολιτικών και όχι, όπως πιθανότατα συνέβαινε το 2019, στη χρονική συγκυρία και τη λήξη μίας μακράς περιόδου οικονομικής και πολιτικής βεβαιότητας.
Οι επενδυτές θεωρούν ότι η χώρα μας ακολουθεί, σήμερα, μια πολιτική για τις επενδύσεις, η οποία την καθιστά ελκυστική
Επενδυτική σταθερότητα, παρά τις προκλήσεις
7 στις 10 επιχειρήσεις δηλώνουν ότι θα προχωρήσουν κανονικά τα επενδυτικά τους σχέδια στην Ελλάδα (61%) ή και θα τα αυξήσουν (9%). Την ίδια ώρα, 57% των επιχειρήσεων αναφέρουν ότι η διαχείριση της κρίσης από την Ελλάδα, έχει επηρεάσει θετικά την άποψή τους για την ελκυστικότητα της χώρας.
Η βελτίωση της εικόνας επηρεάζει θετικά την πρόθεση για επενδύσεις στη χώρα, καθώς ένας στους τρεις συμμετέχοντες στην έρευνα (34%) δηλώνει ότι η επιχείρησή του σχεδιάζει να αναπτύξει ή να επεκτείνει τις δραστηριότητές της στην Ελλάδα κατά τον επόμενο χρόνο, ποσοστό αυξημένο κατά έξι μονάδες σε σχέση με πέρσι (28%). Παρά τη σημαντική αυτή βελτίωση, είναι, παράλληλα, σαφές ότι αυξάνεται αισθητά και ο ανταγωνισμός που έχει να αντιμετωπίσει η χώρα μας, αφού άλλες ευρωπαϊκές χώρες που συμμετέχουν στην έρευνα, σημειώνουν ακόμα υψηλότερα ποσοστά.
Τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας και τα σημεία προς βελτίωση, μέσα από τα μάτια των επενδυτών
Η ποιότητα ζωής, οι υποδομές μεταφορών, logistics και τηλεπικοινωνιών, καθώς και οι δεξιότητες του ανθρώπινου δυναμικού, αναδεικνύονται στα ισχυρά χαρτιά της ελκυστικότητας της χώρας, ενώ σε 15 από τους 17 επιμέρους δείκτες που υπήρχαν και πέρσι στη σχετική ερώτηση, οι θετικές απόψεις έχουν αυξηθεί. Ως βασικοί ανασταλτικοί παράγοντες για τις επενδύσεις εμφανίζονται η φορολογία των επιχειρήσεων, η ευελιξία της εργατικής νομοθεσίας και η γεωπολιτική θέση της Ελλάδας, τονίζοντας τις αρνητικές επιπτώσεις της επιδείνωσης των σχέσεων με την Τουρκία.
Η έρευνα αναδεικνύει και τις επιπτώσεις της παγκόσμιας στροφής προς τη βιωσιμότητα στις αποφάσεις για τις επενδύσεις, με τρεις στις τέσσερις επιχειρήσεις (76%) να αναφέρουν ότι οι ισχυρές πολιτικές βιωσιμότητας και καθαρής τεχνολογίας επηρεάζουν σημαντικά την απόφασή τους να επενδύσουν στην Ελλάδα, και το 64% να αναφέρουν ότι θα αυξήσουν τη σημασία που δίνουν στη βιωσιμότητα στα μελλοντικά επενδυτικά τους σχέδια.
Αμφίσημη είναι η αξιολόγηση των επενδυτών ως προς τα επιμέρους στοιχεία που συνθέτουν την ελκυστικότητα της Ελλάδας ως χώρας προορισμού για επενδύσεις στην τεχνολογία. Θετικά αξιολογείται η διαθεσιμότητα εργατικού δυναμικού με τεχνολογικές δεξιότητες (76%) και η υποστήριξη από την Πολιτεία και τις ρυθμιστικές αρχές για την υλοποίηση των ψηφιακών στόχων (75%). Χαμηλότερα είναι τα επίπεδα ικανοποίησης από την προστασία δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας (45%) και τον ρυθμό εισαγωγής και λειτουργίας δικτύων 5G (43%).
Ως τρεις κορυφαίες προτεραιότητες για τη βελτίωση της ελκυστικότητας της χώρας, οι επενδυτές του δείγματος ανέφεραν τη βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος και των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού (38%), την υποστήριξη των κλάδων υψηλής τεχνολογίας και καινοτομίας (33%) και τη μείωση του φορολογικού και ασφαλιστικού κόστους που επωμίζονται οι επιχειρήσεις (33%).
Τέλος, 86% των επενδυτών, έναντι 67% πριν έναν χρόνο, ανέφεραν ότι θα ήταν περισσότερο πρόθυμοι να επενδύσουν στη χώρα, αν η Ελλάδα αντιμετωπίσει τις αδυναμίες που εντοπίζονται.
Με βάση τα ευρήματα της έρευνας και την εμπειρία της, η ΕΥ καταθέτει και φέτος μια σειρά από προτάσεις, για την ενίσχυση της ελκυστικότητας της χώρας. Οι προτάσεις της EY απευθύνονται, τόσο προς την Πολιτεία, όσο και προς την υγιή ελληνική επιχειρηματική κοινότητα, η οποία καλείται να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων που θα κατευθυνθούν προς την Ελλάδα τα επόμενα χρόνια.
Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στους τομείς της ψηφιακής οικονομίας και της πράσινης μετάβασης, μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην προσέλκυση επενδύσεων, ώστε να καλυφθεί το μεγάλο επενδυτικό κενό της τελευταίας εικοσαετίας.
Η χώρα μας γιορτάζει φέτος 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση. Στα χρόνια αυτά κερδίσαμε σημαντικές κατακτήσεις, αλλά χάσαμε και πολλές ευκαιρίες. Τη σημερινή μοναδική ευκαιρία δεν έχουμε την πολυτέλεια να την αφήσουμε να χαθεί. Η Πολιτεία, οι ελληνικές επιχειρήσεις, αλλά και η κοινωνία ευρύτερα, πρέπει να κινητοποιηθούν σήμερα σε μία μάχη που, αν την κερδίσουμε, μπορεί να καθορίσει την τύχη της Ελλάδας για τις επόμενες γενιές.
You could read more about Development, Investments, Entrepreneurship, Innovation, Technology, Science Here, about Growth Path Explorer Here